Άρθρο του Γιώργου Γεωργακόπουλου, συνεργάτη ΔΙΚΤΥΟΥ
Οι ευρωπαϊκές πολιτικές για την Υγεία, η ενσωμάτωσή τους στην Ελλάδα, οι πρωτοβουλίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι δομικές αδυναμίες της δημόσιας διοίκησης.
Η Ελλάδα αν και εντάχθηκε αρκετά νωρίς στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα δεν κατάφερε μέχρι σήμερα να εδραιώσει μια ενεργόσυμμετοχή στον σχεδιασμό και στην παραγωγή των ευρωπαϊκών πολιτικών υγείας και αντιστρόφως οι ευρωπαϊκές πολιτικές υγείας δεν παράγουν σημαντικό αντίκτυπο στις εθνικές πολιτικές. Η ενσωμάτωσή τους στην εθνική πραγματικότητα διαπνέεται σε μεγάλο βαθμό από μία τυπική προσέγγιση, η οποία δεν οδηγεί σε αντικατάσταση ή τροποποίηση των υφιστάμενων πολιτικών, θεσμών και διαδικασιών σε βαθμό που να αλλάζουν τα δομικά τους χαρακτηριστικά.
Η μη ουσιαστική επίδραση των ευρωπαϊκών πολιτικών υγείας στην χώρα μας δεν οφείλεται στην έλλειψη νομικών εργαλείων εξαναγκασμού από την πλευρά της Ένωσης, όπως παραδόξως υποστηρίζουν αρκετοί αναλυτές, αλλά σε καθαρά εσωτερικά αίτια, κυρίως στον τρόπο δόμησης και λειτουργίας της κεντρικής διοίκησης και στον τρόπο παρέμβασης του πολιτικού πεδίου επ’αυτής.
Βασικό χαρακτηριστικό της παραγωγής των πολιτικών υγείας στην Ένωση είναι ο χρόνος. Η προετοιμασία και η οικοδόμηση μιας βιώσιμης δράσης εκτυλίσσεται στο μακρύ χρόνο. Η ύπαρξη σχετικών εμπειρογνώμων στην κεντρική διοίκηση της χώρας, ο συντονισμός της εκπροσώπησης και η διασφάλιση της συνέχειας αποτελούν τρεις εκ των βασικών προϋποθέσεων για την συμμετοχή μας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Αποτελούν όμως ταυτόχρονα και τρία από τα βασικά δομικά προβλήματα της κεντρικής διοίκησης της χώρα μας. Η δημόσια διοίκηση στην χώρα μας δεν έχει δομηθεί για να λειτουργεί επιτελικά, στη βάση παραγωγής αποτελεσμάτων, δεν διαθέτει βασικά εργαλεία παραγωγής πολιτικής όπως είναι, μεταξύ άλλων, αξιόπιστα δεδομένα (ανυπαρξία κουλτούρας μέτρησης), εμπειρογνώμονες (στελέχη δηλαδή τα οποία να γνωρίζουν σε βάθος δημόσιες πολιτικές), και δεν κάνει χρήση εργαλείων όπως ο συντονισμός, η στενή παρακολούθηση και η συνεχής αξιολόγηση των εφαρμοζόμενων πολιτικών σε βάθος χρόνου. Προτιμά κατά κανόνα τις adhoc παρεμβάσεις.
Ο τρόπος λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης αναφορικά με την παραγωγή και υλοποίηση των εθνικών πολιτικών αντανακλάται και στην σχέση που διατηρεί με την Ένωση.
Αν κοιτάξουμε τις μέχρι τώρα μελέτες που έχουν εκπονηθεί για το σύστημα υγείας στην χώρα μας θα διαπιστώσουμε ότι όλες αναφέρουν τα ίδια δομικά προβλήματα τα οποία παραμένουν σχεδόν αναλλοίωτα στο πέρασμα του χρόνου. Ανυπαρξία ολοκληρωμένου συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, ανυπαρξία πολιτικών δημόσιας υγείας, διοικητικο-οργανωτική ανεπάρκεια η οποία διαπερνά οριζόντια ολόκληρο το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ). Όλες οι μελέτες τονίζουν την αδυναμία της διοίκησης και του πολιτικού πεδίου να αντιμετωπίσουν τα βασικά προβλήματα του ΕΣΥ όπως είναι κυρίως η μη ορθολογική χρηματοδότηση, η υποστελέχωση, η κακοδιοίκηση και η ανορθολογική κατανομή ανθρώπινων και υλικών πόρων. Όλες οι μελέτες υπογραμμίζουν τις ίδιες δομικές αδυναμίες παρέμβασης όπως είναι η έλλειψη κεντρικού μακροχρόνιου σχεδιασμού, η σχεδόν πλήρης απουσία μηχανισμών αξιολόγησης, ο κατακερματισμένος και ο ασυνεχής χαρακτήρας των παρεμβάσεων.
Με δεδομένα αυτά τα χαρακτηριστικά, η χώρα μας αρκείται στην εκπλήρωση των τυπικών υποχρεώσεων της έναντι της Ένωσης, στηρίζοντας κατά κανόνα τις προτάσεις και τις πρωτοβουλίες της Επιτροπής ξεχνώντας όμως σε μεγάλο βαθμό την υλοποίηση σε εθνικό επίπεδο.
Πρέπει να τονίσουμε ότι παρ’ όλο που η ευθύνη για την οργάνωση και χρηματοδότηση των υπηρεσιών υγείας ανήκει στα κράτη μέλη, η Ένωση έχει λάβει αρκετές πρωτοβουλίες προκειμένου να συνδράμει τις εθνικές κυβερνήσεις. Η Επιτροπή ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 2010 συγκρότησε ανεξάρτητες ομάδες εμπειρογνωμόνων, αλλά καιεπιτροπές των κρατών μελών προκειμένου να παράσχει υποστήριξη στα κράτη μέλη, επί μιας σειράς θεμάτων όπως είναι, μεταξύ άλλων, η αξιολόγηση των επιδόσεων των συστημάτων υγείας, η ποιότητα της περίθαλψης, η μείωση των αποφευκτών νοσηλειών στα νοσοκομεία, η κοστολόγηση των υπηρεσιών υγείας, ο προγραμματισμός των μελλοντικών απαιτήσεων σε ανθρώπινους πόρους, η οικονομικά αποδοτική χρήση των φαρμάκων, η ψηφιακή υγεία.
Η όλη προσπάθεια στο ευρωπαϊκό επίπεδο άφησε την χώρα μας ουσιαστικά αδιάφορη. Όλες οι σχετικές διεργασίες και μελέτες που παρήχθησαν όλα αυτά τα χρόνια παραμένουν ανεκμετάλλευτες και εν πολλοίς άγνωστες.