Σχόλιο για την μετα-ευτυχία των μελλοντολόγων: Τι ακριβώς σημαίνει και πώς επιτυγχάνεται.
Άρθρο του του Σέργιου Θεοδωρίδη, αντιπροέδρου του ΔΙΚΤΥΟΥ
Με την επικράτηση του Διαφωτισμού ως κυρίαρχου ιδεολογικού ρεύματος, αναπτύχθηκε και μια τάση «μυθοποίησης» του λεγόμενου ορθολογισμού. Η μαξιμαλιστική αυτή τάση υιοθετείται και για την «ερμηνεία» της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Τα πάντα καθορίζονται από τα γονίδια, υποστηρίζουν κάποιοι, η σκέψη είναι χημεία, διακηρύσσουν άλλοι. Κατ’ αναλογίαν, είναι σαν να λέμε ότι ένα βιβλίο είναι κυρίως το χαρτί με τα 24 γράμματα και όχι το νόημα του αντίστοιχου κειμένου. Όχι, τόσο η ζωή όσο και η σκέψη, και γενικότερα ο νους, αν είναι κάτι, αυτό είναι «πληροφορία». Τα γονίδια και το DNA ή οι νευρώνες στον εγκέφαλο είναι απλώς τα μέσα που μεταφέρουν τις αντίστοιχες πληροφορίες που σχετίζονται με τη ζωή, με τη σκέψη και τον νου. Αν τις μέρες αυτές μιλάμε για Μεσαίωνα, για να χαρακτηρίσουμε τους αρνητές της επιστήμης, τέτοιες απλοϊκές θεωρήσεις που συρρικνώνουν τον άνθρωπο σε βιολογία και τη διεργασία της σκέψης σε χημεία μάς πάνε ακόμη πιο πίσω. Εκατομμύρια χρόνια πίσω στην εξελικτική μας πορεία.
Σε ένα από τα σημαντικότερα βιβλία στην ιστορία του πολιτισμού, το «The Expression of the Emotions in Man and Animals», το 1872, ο Δαρβίνος διατείνεται ότι τα αισθήματα (emotions) αποτελούν τη βάση για την επικράτηση του ικανότερου. Η άποψη αυτή φαίνεται να επιβεβαιώνεται από πρόσφατα ευρήματα στις νευροεπιστήμες. Τα αισθήματα είναι ο μοναδικός «αξιολογικός» μηχανισμός ο οποίος επενδύει με «σημασία» το κάθε ερέθισμα ή την κάθε πράξη και τα ταξινομεί σαν «καλό» ή «κακό». Τα αισθήματα ωθούν κάθε οργανισμό να αναζητεί ευχάριστα ερεθίσματα και να αποφεύγει τα δυσάρεστα. Μέχρις εδώ, όλα είναι γονίδια και χημεία. Σε απλούστερους από τον άνθρωπο οργανισμούς λαμβάνουν χώρα ασύνειδα, και τα θετικά αισθήματα περιστρέφονται γύρω από την τροφή και την αναπαραγωγή του είδους. Σε πολλά ζώα στην εξελικτική μας αλυσίδα αναπτύχθηκαν ειδικά κέντρα στον εγκέφαλο (νευρώνες) που σχετίζονται με τα θετικά (ευχάριστα) ερεθίσματα και άλλα που σχετίζονται με τα αρνητικά. Τα αρχαιότερα εξελικτικά αυτά κέντρα έχουν κληροδοτηθεί και στον άνθρωπο και ενεργοποιούνται όταν αισθανόμαστε ευχάριστα ή δυσάρεστα, αντίστοιχα. Οι ομοιότητες, όμως, με τα ζώα και η «εξουσία» της χημείας και των γονιδίων τελειώνουν εδώ.
Σε κάποια περίοδο της εξέλιξης, ο άνθρωπος εξοπλίστηκε με συνείδηση και πάνω απ’ όλα με αυτογνωσία/αυτοσυνείδηση. Τα αισθήματα διεγείρουν συναισθήματα (feelings), με άλλα λόγια ενσυνείδητα αισθήματα. Έχω συνείδηση του πόνου μου, έχω συνείδηση του φόβου μου, έχω συνείδηση της όποιας εμπειρίας μου. Γονιδιακά, το αρχαιότερο τμήμα του εγκεφάλου όπου «εδρεύουν» τα αισθήματα (υποφλοιός) συνδέθηκε και συνεργάζεται με το νεότερo τμήμα του, τον νεοφλοιό, η ύπαρξη του οποίου μας ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα ζώα.
Με την ανάδυση της αυτογνωσίας, τα συναισθήματα δρομολόγησαν μια νέα εξελικτική διαδικασία. Όπως τα αισθήματα οδήγησαν τη βιολογική εξέλιξη μέσα από τη φυσική επιλογή, ομοίως τα συναισθήματα πυροδότησαν την πολιτιστική εξέλιξη. Η πολιτιστική εξέλιξη, που συντελείται κατά πολλές τάξεις μεγέθους ταχύτερα από τη βιολογική, σε μεγάλο βαθμό αποσυνδέθηκε από τα πρωτόγονα αισθήματα και το δαρβινικό «καλό». Το συναισθηματικά «καλό» και η συνειδητή εμπειρία του έγιναν αυτοσκοπός, και ο άνθρωπος άρχισε ενσυνείδητα να προσπαθεί να ενισχύσει τις ευχάριστες εμπειρίες του.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι, στη νέα αυτή πραγματικότητα που αναδύθηκε, ο άνθρωπος έγινε πιο εγωκεντρικός. Αντίθετα, στη νέα αυτή πραγματικότητα ανέπτυξε τα αλτρουιστικά και κοινωνικά του συναισθήματα. Και αυτά αναπτύχθηκαν πέρα από τα αντίστοιχα που βρίσκει κανείς σε κοινωνίες στο ζωϊκό βασίλειο, όπως τις μέλισσες, που είναι κωδικοποιημένα στα γονίδια. Ο άνθρωπος, λόγω της συνείδησης και της σκέψης, ανέπτυξε την ικανότητα να βιώνει και να καταλαβαίνει τα αισθήματα και τα συναισθήματα των άλλων. Ανέπτυξε ενσυναίσθηση και κοινωνικά συναισθήματα, όπως αυτά της ντροπής και της ενοχής. Παράλληλα με την εξέλιξη του πολιτισμού, ανέπτυξε και τη φαντασία του. Και η φαντασία του είναι το αντίστοιχο του εξομοιωτή στους υπολογιστές. Έτσι, μπορεί να μεταφέρει τη σκέψη του στο παρελθόν και στο μέλλον και να επεξεργάζεται εναλλακτικά σενάρια. Μπορεί να βλέπει τον εαυτό του μέσα από τα μάτια των άλλων. Μπορεί να κινείται στον χρόνο. Ζει και βιώνει τον χρόνο σαν εμπειρία. Μπορεί να κάνει προβλέψεις, όχι με βάση αυτό που είναι κωδικοποιημένο σε κάποιο γονίδιο, και δρομολογεί ασύνειδες χημικές αντιδράσεις, αλλά με βάση τις «πληροφορίες» που έχει στον νου του. Τις πληροφορίες που ανταλλάσσει με τους άλλους και τις νέες πληροφορίες –ιδέες, ιδεολογίες, μύθους, τέχνη– που ο ίδιος δημιουργεί και που δεν είναι «γραμμένες» σε γονίδια. Και κάτι περισσότερο. Ο άνθρωπος απέκτησε τη δύναμη να μην υπακούει στα κελεύσματα των γονιδίων, να αρνείται, λόγου χάρη, να κάνει όσα παιδιά θα μπορούσε, αλλά και ακόμη να επιλέγει να θυσιάζει τη ζωή του για μια ιδέα.
Ο άνθρωπος, στην πολιτιστική του εξέλιξη ανέπτυξε νέες ανάγκες, υπέρτερες του σεξ, της τροφής, και άλλες που συνδέονται άμεσα με τις αισθήσεις του (ηδονισμός). Ο ψυχολόγος Maslow χρησιμοποίησε τον όρο «μετα-ανάγκες» που σχετίζονται με αντίστοιχες αξίες, όπως «αλήθεια», «ομορφιά», «δικαιοσύνη», «θάρρος», «ευσέβεια», «εγκράτεια», «σοφία». Ο άνθρωπος αναδύθηκε ιεραρχικά πάνω από τα γονίδια και τους νευρώνες του, η λειτουργία των οποίων, βέβαια, αποτελεί προϋπόθεση και επιβάλλει και σχετικούς περιορισμούς. Η «ευδαιμονία» κυριάρχησε της «ηδονής» των αισθήσεων. Και η ευδαιμονία αναφέρεται στην πλήρη άνθηση της ανθρώπινης προσωπικότητας, στην ολόπλευρη ενεργοποίηση των ανθρώπινων δυνατοτήτων και στην αίσθηση ικανοποίησης της ζωής στο σύνολό της. Αυτό που αποκαλούμε «ευτυχία» είναι ένα ισορροπημένο μείγμα «ηδονών» των αισθήσεων και ευδαιμονίας.
Η ευδαιμονία και η επιδίωξή της συνιστούν την πεμπτουσία της δυναμικής που πυροδοτεί την ιστορική εξέλιξη του πολιτισμού. Δηλαδή, την εξελικτική πορεία του ανθρώπινου φαντασιακού, του νου και όχι της βιολογίας του. Η σκέψη είναι δέσμια να λειτουργεί και να ακολουθεί τη λογική της στο περιοριστικό υποκειμενικό σημασιολογικό πλαίσιο που της επιβάλλεται, ασύνειδα, από τη συναισθηματική μας ύπαρξη. Αυτή επενδύει σημασίες στις «πληροφορίες» που επεξεργάζεται η σκέψη. Βέβαια, το ασύνειδο τμήμα της ύπαρξης είναι επίσης παρόν, και πάντα ελλοχεύει ο κίνδυνος της αυταπάτης. Η πολιτιστική εξέλιξη δεν έχει κάποιον στόχο, δεν υπακούει σε κάποια τελολογία, πορεύεται με βάση την επικράτηση του ικανότερου και της ικανότερης ομάδας/κοινωνίας, σύμφωνα με το ιδεολογικό/πολιτικό αφήγημα που θα επικρατήσει. Σε αναλογία με τη βιολογική εξέλιξη, όπου οι γονιδιακές μεταλλάξεις καθορίζουν τι θα επιβιώσει.
Έχει γραφτεί και έχει υποστηριχθεί από κάποιους μελλοντολόγους ότι είναι θέμα χρόνου η επιστήμη να επέμβει στα κέντρα του εγκεφάλου που σχετίζονται με τα θετικά συναισθήματα και να δημιουργήσει «ευτυχία». Είναι αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «μετα-ευτυχία». Το εγχείρημα αυτό, όμως, έχει να αντιμετωπίσει βασικές δυσκολίες. Προς το παρόν, εκεί όπου η επιστήμη θα μπορούσε να επέμβει είναι το «ηδονικό» τμήμα της ευτυχίας. Είτε με τη χημεία και τη χρήση ουσιών, ή με ενεργοποίηση των αντίστοιχων νευρώνων, ή με χρήση γενετικής μηχανικής και νανοτεχνολογίας. Αυτό όμως αντιστοιχεί σε ένα είδος «βιάγκρα» ευτυχίας και δεν μπορεί παρά να έχει περιορισμένη διάρκεια. Ο λόγος είναι ότι το βιολογικό μας υπόστρωμα, στη φυσική του κατάσταση, αντιδρά μόνο σε αλλαγές των ερεθισμάτων παρά στην έντασή τους. Το αίσθημα της ευχαρίστησης μετά από λίγο φθίνει, εκτός εάν η έντασή του συνεχώς αυξάνεται. Μόλις μια ανάγκη μας έχει ικανοποιηθεί, τα σχετικά αισθήματα ατονούν. Παρ’ όλα αυτά, η μνήμη διατηρεί την ευχάριστη στιγμή και θέλει να την επαναλάβει στο μέλλον, φαντασιωνόμενη μελλοντικά ευχάριστα βιώματα. Και υπάρχει «σοφία» σ’ αυτό. Σε αντίθετη περίπτωση, θα απολαμβάναμε μόνον το τώρα και θα γινόμαστε ευάλωτοι στην επιβίωσή μας αύριο.
Με άλλα λόγια, η βιολογική εξέλιξη μέσα από τη φυσική επιλογή εκατομμυρίων χρόνων μάς σφυρηλάτησε έτσι ώστε να μην είμαστε συνέχεια σε κατάσταση ευτυχίας, και, σε συνδυασμό με την πολιτιστική εξέλιξη, να βιώνουμε το «φάντασμα» της ευτυχίας στο φαντασιακό μας, σε χρόνο παρελθόντα και μέλλοντα σαν άτομα αλλά και σαν κοινωνικά όντα. Η τεχνική μετα-ευτυχία, χωρίς καμία πρόσβαση στο φαντασιακό, θα συρρίκνωνε τον άνθρωπο στη ζωώδη κατάστασή του, με κίνδυνο να ακυρώσει την πολιτιστική εξέλιξη χιλιάδων χρόνων. Σε ένα από τα πιο γνωστά πειράματα, οι Old και Milner εμφύτευσαν ηλεκτρόδια στα κέντρα «ευχαρίστησης» σε ποντίκια που έμαθαν να τα ενεργοποιούν με έναν μοχλό. Αυτά συνεχώς προτιμούσαν την εμπειρία αυτή από το φαΐ, το νερό ή την ξεκούραση μέχρι που έφταναν σε σημείο εξόντωσης. Αντίθετα, η φυσική επιλογή μάς εξόπλισε με την ιδιότητα να μην επιθυμούμε τη συνεχή αυτο-τροφοδοτούμενη εμπειρία ευχαρίστησης. Απλά να τη θυμόμαστε.
Η μετα-ευτυχία των μελλοντολόγων, μια κατάσταση συνεχούς ευτυχίας που, όπως αναφέρει ο φιλόσοφος David Pierce στο βιβλίο του «The Hedonistic Imperative», θα εξαλείψει τον πόνο της φυσικής και συναισθηματικής ζωής, μάλλον θα μας εξόντωνε: όχι από πόνο αλλά από… ευτυχία. Εκτός κι αν πρώτα άλλαζαν γονιδιακά αυτή τη σοφή ισορροπία θετικών και αρνητικών συναισθημάτων, με την οποία μας σφυρηλάτησε η φυσική επιλογή. Ποιος, ποιοι και ποια κέντρα εξουσίας θα έπαιρναν μια τέτοια απόφαση; Κι αν την έπαιρναν, σε ποιους θα την εφάρμοζαν και για ποιους λόγους;
Η μόνη ρεαλιστική απάντηση σε αυτά τα σενάρια παραμένει αυτή που έδωσε ο Αριστοτέλης. Η αναζήτηση της ευδαιμονίας και ο ρόλος της παιδείας προς την κατεύθυνση αυτή, τόσο σε ατομικό όσο και πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Η μετα-ευτυχία και τα σενάρια πουαπορρέουν από αυτήν «επιβιώνουν», επειδή η πολιτικο-οικονομική πραγματικότητα αδυνατεί ή και στερεί τη δυνατότητα για μια πλήρη άνθηση της ανθρώπινης προσωπικότητας, και την ενεργοποίηση των δυνατοτήτων του ανθρώπου και της δημιουργικότητάς του. Θα επανέλθουμε σε αυτό σε επόμενο άρθρο.