του Μιλτιάδη Νεκτάριου
Καθηγητή Πανεπιστημίου Πειραιώς
Συνεργάτη του ΔΙΚΤΥΟΥ
Τα πολλαπλά και μακροχρόνια προβλήματα του πρωτογενή τομέα στη χώρα μας μπορούν να βελτιωθούν σημαντικά με την δημιουργία ενός, και μοναδικού, φορέα μεταποίησης και εξαγωγών αγροτικών προϊόντων. Η στρατηγική του νέου φορέα θα έχει δύο βασικούς στόχους: (α) εξασφαλισμένη απορρόφηση της αγροτικής παραγωγής και (β) μείωση της διακύμανσης των ετήσιων εισοδημάτων των αγροτών.
Η γεωργική παραγωγή στην Ελλάδα έφτανε μέχρι πρόσφατα στο 6,5% του ΑΕΠ ή στα €12,5 δισ. Βέβαια, το σημαντικότερο δεν είναι η αγροτική παραγωγή αυτή καθαυτή, αλλά ο τζίρος των συσκευασμένων προϊόντων που παράγονται ή εισάγονται, μεταποιούνται και εξάγονται. Για παράδειγμα, η Νέα Ζηλανδία παράγει €7 δισ. και εξάγει €23 δισ., ενώ η Ελλάδα παράγει €12 δισ. και εξάγει μόλις €5 δισ. Η Ολλανδία εξάγει αγροτικά προϊόντα αξίας €95 δισ.
Επομένως, μικρές χώρες, όπως η Ελλάδα, πρέπει να κατανοήσουν πως το μέλλον βρίσκεται στην παραγωγή προϊόντων εντάσεως τεχνολογίας και όχι μόνο στην παραδοσιακή γεωργία. Τα παραδείγματα προς μίμηση βρίσκονται στην Ολλανδία, το Ισραήλ, την Νέα Ζηλανδία, την Δανία. Η Ολλανδία παράγει αγροτικά προϊόντα σε αξία €1.700 το στρέμμα, το Ισραήλ €1.290 και η Ελλάδα μόλις €190. Μόνο από το συγκεκριμένο τομέα λοιπόν θα μπορούσαν να εξαπλασιαστούν οι εξαγωγές μας, καθώς επίσης να αυξηθεί το ΑΕΠ της χώρας κατά €25 δισ.
Τι έκαναν οι χώρες με τις επιτυχημένες αγροτικές πολιτικές; Σε αυτές τις χώρες η αγροτική παραγωγή έχει οργανωθεί στη βάση σχημάτων Σύμπραξης Δημόσιου-Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), σε μεγάλες καθετοποιημένες μονάδες (παραγωγής-μεταποίησης-εμπορίας), οι οποίες στήθηκαν είτε από σύγχρονους συνεταιρισμούς είτε από ανώνυμες εταιρίες στις οποίες οι αγρότες έχουν εκχωρήσει τη γη τους με αντάλλαγμα μετοχές. Αυτό τους έχει δώσει τη δυνατότητα να απασχολούν επαγγελματίες υψηλού επιστημονικού επιπέδου σε όλα τα πόστα (γεωπόνους, τεχνολόγους, οικονομολόγους, μάνατζερ), να καταμερίζουν την εργασία, να έχουν πρόσβαση σε μοντέρνες μεθόδους χρηματοδότησης, να κάνουν διαφήμιση και να έχουν επιρροή. Τους επιτρέπει επίσης να ασφαλίζουν τις παραγωγές τους, να εισπράττουν μέρισμα από τα κέρδη, αλλά και μισθό και ασφάλιση από την προσωπική τους εργασία.
Το προτεινόμενο σχέδιο Σύμπραξης Δημόσιου-Ιδιωτικού Τομέα για την ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα στη χώρα μας βασίζεται σε τρεις άξονες: (α) το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης δημιουργεί φορέα μεταποίησης και εξαγωγών αγροτικών προϊόντων, στον οποίο το δημόσιο συμμετέχει με μειοψηφικό ποσοστό και αναζητεί συμπληρωματικά ιδιωτικά κεφάλαια, (β) την διοίκηση του νέου φορέα αναλαμβάνουν οι ιδιώτες μέτοχοι, και (γ) ο νέος φορέας τηρεί τις αρχές της εταιρικής διακυβέρνησης.
Ο νέος Φορέας Αγροτικών Εξαγωγών θα λειτουργεί με βάση τις αρχές της «συμβολαιακής γεωργίας». Η «Σύμβαση Συμβολαιακής Γεωργίας» θα συνάπτεται κατ’ έτος μεταξύ του Φορέα και των ενδιαφερόμενων αγροτών, και θα βασίζεται στα εξής στοιχεία: (α) την δέσμευση του Φορέα να απορροφά την διαθέσιμη αγροτική παραγωγή, σε «επαρκείς τιμές», χωρίς καμία διαμεσολάβηση, (β) οι αγρότες παρέχουν πληροφορίες για το είδος της παραγωγής, τις ποσότητες, την αιτούμενη τιμή, και πρόβλεψη παραγωγής για την επόμενη οικονομική χρήση, (γ) ο Φορέας δημιουργεί πανελλήνιο δίκτυο συγκέντρωσης και μεταφοράς της αγροτικής παραγωγής σε 2-3 Εργοστάσια Μεταποίησης, με κατάλληλη γεωγραφική τοποθέτηση για να καλύπτουν όλη την χώρα, (δ) σύμπραξη ΕΛΓΑ-Ασφαλιστικής αγοράς για την ασφαλιστική κάλυψη του εισοδήματος των αγροτών από φυσικές καταστροφές και λοιπούς κινδύνους, (ε) πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση, με ευνοϊκούς όρους, (στ) ευνοϊκούς όρους για την προμήθεια αγροτικών εφοδίων, και (ζ) συμβουλευτικές υπηρεσίες για τις κατάλληλες αγροτικές καλλιέργειες με βάση τις πιο προηγμένες τεχνολογίες διεθνώς, σε συνεργασία με εξειδικευμένα πανεπιστήμια.
Ο Φορέας θα συγκεντρώνει, μεταποιεί, και εξάγει την αγροτική παραγωγή. Η προστιθέμενη αξία θα προέρχεται από την μεγάλη κλίμακα παραγωγής και, κυρίως, από την ιδιοφυή διαδικασία μεταποίησης και συσκευασίας των ελληνικών αγροτικών προϊόντων. Ιδιαίτερη σημασία έχει η ικανότητα του Φορέα να δημιουργήσει ένα «Διεθνές Brand» για τα αγροτικά προϊόντα της ελληνικής γης. Αυτό θα του παρέχει την ευχέρεια να προσφέρει «επαρκείς τιμές» στους παραγωγούς. Η επάρκεια των τιμών θα ενισχυθεί και από την εξαφάνιση του χονδρεμπορικού και λιανεμπορικού «περιθωρίου», με αποτέλεσμα την δημιουργία ισχυρών κινήτρων για προσέλκυση νέων στελεχών στην ύπαιθρο καθώς και την συνεχή αύξηση της αγροτικής παραγωγής.
Τα οφέλη από την λειτουργία ενός μεγάλου φορέα αγροτικών εξαγωγών, με τις προτεινόμενες προδιαγραφές, είναι τα εξής: (α) σημαντική ενίσχυση του εθνικού στόχου για διπλασιασμό των εξαγωγών, (β) ενίσχυση της τάσης επιστροφής εργαζομένων στην Περιφέρεια και αναζωογόνηση του κοινωνικού ιστού, με πολύ ευεργετικές συνέπειες για το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, (γ) συνεχής αύξηση της αγροτικής παραγωγής, με την επέκταση των καλλιεργούμενων εκτάσεων καθώς και την χρησιμοποίηση των διεθνώς πιο εξελιγμένων μεθόδων παραγωγής, (δ) δημιουργία τουλάχιστον 100.000 θέσεων εργασίας στον «επίσημο» τομέα της οικονομίας, με πλήρη φορολόγηση των εισοδημάτων και καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών, και (ε) ενίσχυση του ΑΕΠ με παραγωγικές δραστηριότητες, οι οποίες στο παρελθόν ανήκαν στην παραοικονομία.
Το συμπέρασμα είναι ότι εάν ακολουθήσουμε το παράδειγμα των μικρών χωρών με τους εξελιγμένους τεχνολογικά αγροτικούς τομείς, μπορούμε να αυξήσουμε σημαντικά την αγροτική παραγωγή και να μετατρέψουμε έναν οπισθοδρομικό τομέα σε ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την χώρα.