Η αξιολόγηση και το…4ο Μνημόνιο «κάβα», η αλυσιτελής αύξηση του ΦΠΑ, τα πολλαπλά μέτωπα που δοκιμάζουν τη συνοχή της ΕΕ, η Επιτροπή θέσεων και διαλόγου για τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, το κείμενο των 53 και η επικίνδυνη ιδεολογικοποίηση του διχασμού, οι συνέπειες της διάλυσης της ΟΝΝΕΔ, συνθέτουν το μωσαϊκό των γεγονότων η εξέλιξη μερικών από αυτά θα επεκταθεί και μετά το Πάσχα.
Ενός κακόυ (δισεκατο)μύρια έπονται
Εκτίμηση του ΔΙΚΤΥΟΥ είναι ότι η πρώτη αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος – Μνημονίου, θα ολοκληρωθεί σε λίγες εβδομάδες, όπως ανέφερε πριν από λίγες μέρες, άλλωστε, και ένας σημαντικός παράγοντας εδώ και έξι χρόνια της ελληνικής περιπέτειας, ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ.
Όμως, το τίμημα θα είναι μεγαλύτερο για την ελληνική πλευρά απ’ ό,τι θα μπορούσε να είναι πριν από λίγο καιρό. Ο λόγος δεν είναι άλλος από τον τρόπο που η κυβέρνηση χειρίστηκε την πρόσφατη διαρροή των συζητήσεων στελεχών του ΔΝΤ από τα WikiLeaks. Ο χειρισμός της υπόθεσης λείανε τις διαφορές ανάμεσα στους Θεσμούς και κυρίως ανάμεσα σε ΔΝΤ και Γερμανία και εν μέρει και την Κομισιόν.
Είναι προφανές, ότι οι υπόλοιποι δανειστές προσέγγισαν περισσότερο τις θέσεις του ΔΝΤ απ’ ό,τι πριν, δυσκολεύοντας τα πράγματα για την κυβέρνηση.
Το αποτέλεσμα ήταν να διατηρηθεί η απόσταση της Αθήνας από τους θεσμούς σε διάφορα ζητήματα και να μη συμφωνήσουν ούτε καν στα δύο κείμενα που επεξεργάζονταν. Κι όλα αυτά παρά την αισιοδοξία που εξέπεμπαν οι αρμόδιοι υπουργοί το προηγούμενο διάστημα.
Η κυβέρνηση προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, ανακοινώνοντας ότι θα καταθέσει τα νομοσχέδια για το φορολογικό και το συνταξιοδοτικό, χωρίς να έχει συνεννοηθεί με τους δανειστές όπως φάνηκε. Ένας ακόμα λάθος χειρισμός λίγο πριν από τη μετάβαση των Υπουργών στην Ουάσινγκτον. Αν η Αθήνα νόμιζε ότι με αυτό τον τρόπο θα ασκήσει πίεση στους θεσμούς, ώστε να κλείσουν τη διαπραγμάτευση και να μη βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο ή αν πόνταρε στη λεγόμενη πολιτική διαπραγμάτευση, που όμως δεν έχει αποφέρει καρπούς στο παρελθόν, είναι κάτι που με βάση την έως τώρα εμπειρία δύσκολα θα αποφέρει καρπούς. Άλλωστε, πριν αλέκτορα φωνήσαι, η Ελλάδα καλείται να υιοθετήσει μία «κάβα» μέτρων διά παν ενδεχόμενο!
Η ιδέα αυτή είχε ήδη πέσει στο τραπέζι από το διαβόητο πλέον «mail Χαρδούβελη». Ο Υπουργός Οικονομικών στα τέλη του 2014, δεσμευόταν για επιπλέον μέτρα μέσα στο 2015, εάν αυτά που θα εφαρμόζονταν το πρώτο εξάμηνο δεν απέδιδαν τα αναμενόμενα.
Εδώ πρέπει να υπενθυμίσουμε κάτι που έχει ξεχαστεί μέσα στον ορυμαγδό γεγονότων. Στη συμφωνία του καλοκαιριού και στο τρίτο μνημόνιο που υπέγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ , γίνεται σαφής αναφορά στα μέτρα που ζητούνται αυτή τη στιγμή. Εκεί υπάρχει και αναφορά στη λήψη των έξτρα μέτρων-κάβα, αυτό δηλαδή που λέμε με απλά λόγια, τέταρτο μνημόνιο 3,6 δισ. ευρώ που ζητά το ΔΝΤ.
Καθώς, η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι δεν πρόκειται να κάνει τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από τη συμφωνία του Ιουλίου, ας θυμίσουμε τα εξής:
Η κοινή ανακοίνωση της ΕΚΤ και της Κομισιόν στις 14 Αυγούστου υπογράμμιζε:
«Οι διαπραγματεύσεις για το μνημόνιο στην Αθήνα, είχαν στόχο να επέλθει συμφωνία για ένα αξιόπιστο και περιληπτικό πακέτο μεταρρυθμίσεων. Το ΔΝΤ βοήθησε στην τεχνική ανάλυση και στον σχεδιασμό των προϋποθέσεων για το νέο πρόγραμμα του ESM. Οι όροι θα αναθεωρούνται σε τριμηνιαία βάση, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων που επιτεύχθηκε στο προηγούμενο τρίμηνο».
Αυτό σημαίνει απλά ότι κάθε τρεις μήνες θα υπάρχει αξιολόγηση και η Ελλάδα θα παίρνει νέα μέτρα αν χρειάζεται.
Επίσης αναφέρει η ανακοίνωση: «Η συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις του μνημονίου, θα ελέγχεται από την Κομισιόν, σε συνεργασία με την ΕΚΤ και μαζί με το ΔΝΤ, όπως προβλέπεται από το άρθρο 13 της Συνθήκης του ESM». Άρα, όπως αναφέραμε και στο προηγούμενο δελτίο μας το ΔΝΤ είναι τεχνικά δύσκολο να φύγει.
Όλα αυτά οδηγούν στο εξής συμπέρασμα: ολοκλήρωση της αξιολόγησης, πριν από το Πάσχα είναι σχεδόν αδύνατον να επιτευχθεί. Αν εξελιχθούν τα πράγματα ομαλά, η ολοκλήρωση θα πρέπει να συμβεί γύρω στις 15 Μαΐου. Οι αναφορές της Κ. Λαγκάρντ και του Β. Σόιμπλε για πολλή δουλειά που μένει ακόμα να γίνει, δεν επιτρέπουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για θετική εξέλιξη, νωρίτερα.
Η εκτίμηση μας είναι ότι κανείς από τους ευρωπαϊκούς παράγοντες συνδιαμόρφωσης της ελληνικής υπόθεσης, δεν μπορεί να αφήσει την κατάσταση της αξιολόγησης να εκτροχιαστεί. Σε μία τέτοια περίπτωση θα είναι σχεδόν πολιτικά αδύνατο να δικαιολογηθεί στα επιμέρους ευρωπαϊκά κοινοβούλια μία νέα αποτυχία σε ένα ακόμα πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας. Το κόστος δεν θα είναι βαρύ μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για τους Ευρωπαίους.
Το πακέτο της αξιολόγησης θα περιλαμβάνει, μέτρα της τάξης των €8,5 δισ., συνολικά. Από αυτά, €5,4-6 δισ. είναι οριστικά και αμετάκλητα. Επίσης είναι άμεσα εφαρμοστέα με την έννοια της ψήφισης. Θα εξαρτηθεί από την τελική μορφή τους το πότε και πως θα εφαρμοστεί το καθένα, ακριβώς. Τα υπόλοιπα €2,5-3 δισ. πρέπει και αυτά να ψηφιστούν, αλλά θα βρίσκονται υπό την αίρεση της επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων.
Το συμπέρασμα της εαρινής Συνόδου του Δ.Ν.Τ. για την Ελλάδα, είναι ότι, μετά τους δύο ατυχείς χειρισμούς της κυβέρνησης με τις διαρροές των WikiLeaks και την συνέντευξη των τριών Υπουργών της περασμένης εβδομάδας, τα πράγματα επανέρχονται στην κατεύθυνση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης. Το πρόβλημα που θα ανακύψει άμεσα σχεδόν για την Κυβέρνηση, όπως έγινε με το «χαράτσι» για την Κυβέρνηση Παπανδρέου και με τον ΕΝΦΙΑ για την Κυβέρνηση Σαμαρα, είναι ότι το συντριπτικό πακέτο των φόρων που θα ψηφιστεί θα προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ζημιά στην οικονομία.
Το ΔΙΚΤΥΟ επαναφέρει την πρόταση για μία σύνοδο στην Ελλάδα των μεγαλύτερων διεθνών και ελληνικών think tanks με αντικείμενο τις προτάσεις του για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
ΦΠΑ= ¼ τιμής προϊόντος!
Η αύξηση του ΦΠΑ στο 24% θα αποτελέσει ένα σημαντικό χτύπημα στην οικονομία καθώς πλέον σε συνθήκες ύφεσης, ο φόρος προστιθέμενης αξίας θα φθάνει περίπου στο ¼ της τιμής του προϊόντος.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι μία ακόμα αύξηση στον ΦΠΑ θα ενισχύσει δυστυχώς, αντίστοιχα την φοροδιαφυγή. Η παρανομία με τον ΦΠΑ προκύπτει από τα ίδια τα στοιχεία. Σε μία οικονομία με το ΑΕΠ της Ελλάδας (175 περίπου δισ) ο ΦΠΑ θα έπρεπε να αποδίδει τουλάχιστον 25 δισ. Όμως, στον προϋπολογισμό του 2016 έχουν υπολογιστεί να εισπραχθούν από τον ΦΠΑ περίπου 14 δισ.
Τα χρόνια της κρίσης παρά τις συνεχείς αυξήσεις του ΦΠΑ τα έσοδα από το φόρο βαίνουν μειούμενα!
– 2010 εισπράχθηκαν 17,4 δισ Ευρώ
– 2011 εισπράχθηκαν 16,9 δισ Ευρώ
– 2012 εισπράχθηκαν 14,9 δισ Ευρώ
– 2013 εισπράχθηκαν 13,9 δισ Ευρώ
– 2014 εισπράχθηκαν 13,6 δισ Ευρώ
– 2015 εισπράχθηκαν 13,5 δισ Ευρώ
Και αυτό ως συνέπεια της μείωσης του τζίρου και της αύξησης της φοροδιαφυγής.
Κάτι αντίστοιχο θα συμβεί και με τη νέα αύξηση του ΦΠΑ.
Να υπογραμμίσουμε ότι ο ανώτατος ΦΠΑ είναι στην Ουγγαρία 27% και ακολουθούν Δανία, Σουηδία, Κροατία με 25%, ενώ η Φινλανδία έχει 24%.
Κάθε προσπάθεια για αύξηση των φορολογικών εσόδων από ΦΠΑ θα πρέπει να προσανατολιστεί περισσότερο στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, μέσω της δημιουργίας ενός άρτιου φοροεισπρακτικού μηχανισμού.
Η εκτίμηση μας είναι ότι προϊόντος του χρόνου η Ελλάδα θα προχωρήσει στον αναγκαίο εξορθολογισμό των μειωμένων συντελεστών και σε μία νέα ισορροπία με 1 ή το πολύ 2 κλίμακες ΦΠΑ. Αυτό θα ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση. Εκείνο όμως, που χρειάζεται είναι ένα προσεκτικά σχεδιασμένο φορολογικό σύστημα που να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομία της χώρας. Να βοηθήσει στη σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών, να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη, την εργασία και την ανταγωνιστικότητα, καθώς και σε μια δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος.
H περαιτέρω αύξηση των φορολογικών υποχρεώσεων δεν μεταφράζεται απαραίτητα σε αυξημένα έσοδα σε περιόδους ύφεσης στις οποίες τόσο τα νοικοκυριά, όσο και οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν προβλήματα χρηματοδότησης και ρευστότητας.
Πάγια θέση του ΔΙΚΤΥΟΥ είναι ότι όσο η ελληνική Κυβέρνηση – οι εκάστοτε ελληνικές Κυβερνήσεις – δεν συζητά σοβαρά πώς θα τεθεί σε λειτουργία η παραγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας, θα σερνόμαστε αενάως σε δρόμους ατελέσφορης δημοσιονομικής προσαρμογής.
Οι 53… σύριζα από τη ρήξη. Η ιδεολογικοποίηση του διχασμού
Το πρόσφατο κείμενο της τάσης των 53 δεν έτυχε ευρείας ανάλυσης, όπως θα έπρεπε. Εμείς θα σταθούμε σε μία αποστροφή του κειμένου που κατά την εκτίμηση μας αποκρυσταλλώνει τις προθέσεις του ιδεολογικού DNA του ΣΥΡΙΖΑ που σε μεγάλο βαθμό εκφράζεται από τη συγκεκριμένη τάση.
Το σημείο 4 του κειμένου κλείνει με την εξής παράγραφο: «Ουσιαστικά μιλάμε για δύο αντίπαλα πολιτικά σχέδια, για δύο ανταγωνιστικούς κόσμους, για δύο διαφορετικά αξιακά φορτία. Θα το τονίσουμε για άλλη μια φορά: δεν υπάρχουν εθνικά σχέδια, ούτε η διχασμένη έτσι κι αλλιώς κοινωνία έχει ανάγκη από εθνικές συναινέσεις. Η κοινωνική πόλωση, οι τεράστιες κοινωνικές ανισότητες δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για τέτοιου είδους συνεννοήσεις, για οικουμενικές ή άλλου τύπου κυβερνήσεις. Αντίθετα είναι η στιγμή των διαχωριστικών γραμμών με βάση τις ανάγκες των πολλών και κυρίως αυτών που έχουν πληγεί περισσότερο και βρίσκονται κάτω από τα όρια της φτώχειας».
Έχουμε επισημάνει εδώ και μήνες ότι ο απώτερος στόχος της διακυβέρνησης από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι η διαμόρφωση ενός νέου διχαστικού δίπολου. Ένα δίπολο που στηρίζεται αφενός στην άγνοια αδυναμία δημιουργίας νέου εθνικού πλούτου και αφετέρου στην διάθεση βίαιης αναδιανομής του υφιστάμενου πλούτου. Επειδή λοιπόν, δεν διαθέτουμε χρήματα να μοιράσουμε σε όσους έχουν ανάγκη, δεν διαθέτουμε την ικανότητα και τη γνώση για προσέλκυση επενδύσεων και επανεκκίνηση της οικονομίας, θα τα πάρουμε από όσους έχουν ακόμα, ώστε να ικανοποιηθούν εκείνοι που δεν έχουν. Και η ικανοποίηση τους να προέλθει όχι από την δική τους οικονομική άνοδο, αλλά από την οικονομική κάθοδο των άλλων.
Από τα παραπάνω προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα: Η Κυβέρνηση δύσκολα θα συναινέσει σε πρωτοβουλίες ή εκκλήσεις κομμάτων και φορέων για συναίνεση και κάθε προσπάθεια ή πρόσκληση από κόμματα της αντιπολίτευσης για σύσταση οικουμενικής ή άλλης κυβέρνησης από την παρούσα βουλή, θα πέφτει μονίμως στο κενό. Αν η Κυβέρνηση δεν μπορεί ή δεν θελήσει να ολοκληρώσει τη θητεία της είναι βέβαιο ότι θα έχουμε εκλογές, καθώς είναι σχεδόν αδύνατο μία βουλή με 149 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να μπορέσει να δώσει στήριξη σε οποιαδήποτε άλλο κυβερνητικό σχήμα.
Στο πλαίσιο αυτό της άκαμπτης ιδεολογικής στάσης της ομάδας των 53, πρέπει να συνυπολογίσουμε τη διάθεση της κοινής γνώμης παράλληλα με όσα συμβαίνουν στην εξέλιξη της αξιολόγησης. Η πλειοψηφία των πολιτών εκτιμά ότι το ΔΝΤ εκβιάζει την ελληνική κυβέρνηση και ζητά την αποχώρησή του από το πρόγραμμα και ζητά από την Κυβέρνηση να μην δεχθεί νέα μέτρα. Ειδικότερα, το 79% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι ο ρόλος του ΔΝΤ απέναντι στην Ελλάδα είναι αρνητικός. Την ίδια άποψη έχει το 65% των ερωτηθέντων που δηλώνουν ότι ψήφισαν ΝΔ. Το ΔΝΤ εκβιάζει την ελληνική κυβέρνηση για να πάρει πιο σκληρά μέτρα, σύμφωνα με το 78% των ερωτηθέντων, ενώ το ποσοστό μεταξύ των ψηφοφόρων της ΝΔ στο ίδιο ερώτημα, φτάνει το 65%. Το 63% εκτιμά ότι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να ζητήσει την απομάκρυνση του ΔΝΤ από το πρόγραμμα. Ειδικότερα για τους ψηφοφόρους της ΝΔ, το 44% πιστεύει ότι η κυβέρνηση πρέπει να ζητήσει την απομάκρυνση του ΔΝΤ, ενώ την αντίθετη άποψη εκφράζει το 42%.
Τέλος το 77% των ερωτηθέντων απαντούν ότι η κυβέρνηση δεν πρέπει να δεχθεί κανένα μέτρο πέραν της συμφωνίας του περασμένου καλοκαιριού.
Υπ’ αυτή την έννοια η Κυβέρνηση διαθέτει επικοινωνιακή ακόμα –αλλά άγνωστο για πόσο- άνεση χειρισμών, ενώ η αντιπολίτευση δεν έχει καταφέρει να δημιουργήσει ακόμη το αφήγημα που θα εμπνεύσει και θα δημιουργήσει λαϊκό ρεύμα.
Η Επιτροπή του Προοδευτικού χώρου συνεστήθη. Αναζητείται ο στόχος…
Συνεστήθη ύστερα από διαβουλεύσεις αμυντικών διασφαλίσεων από τις διάφορες πλευρές και κατόπιν οριοθέτησης του πλαισίου δράσης της, η Επιτροπή για τις θέσεις και το διάλογο για τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις.
Η σύσταση της Επιτροπής αποτελεί ένα ελπιδοφόρο γεγονός, η συνέχεια όμως της λειτουργίας της και κυρίως ο τελικός της στόχος, είναι αυτά που θα εγγυηθούν την αξιοπιστία της και κυρίως τη δυναμική της. Ο στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος από τη δημιουργία ενός νέου φορέα. Ούτε συγκολλήσεις, ούτε τεχνητές προεκλογικές συμμαχίες, αλλά ένας νέος φορέας, όπως άλλωστε είναι η συντριπτική κοινωνική απαίτηση. Σε δημοσκόπηση του Ιανουαρίου από το ΠΑΜΑΚ για τον ΣΚΑΙ σε ερώτηση για το τι πρέπει να γίνει στο χώρο της κεντροαριστεράς, το 58,5 των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, επιθυμεί τη δημιουργία ενός νέου κόμματος από τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς. Στην ίδια δημοσκόπηση οι ψηφοφόροι του ΠΟΤΑΜΙΟΥ επιθυμούν τη δημιουργία νέου κόμματος σε ποσοστό 28%. Την επιθυμία από την άλλη για απορρόφηση του ΠΑΣΟΚ από το ΣΥΡΙΖΑ εκφράζει μόνο το 2% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ…
Η νέα αυτή προσπάθεια πρέπει να σπάσει τα στεγανά του παρελθόντος και με φαντασία και τόλμη να κάνει το άλμα για την ουσιαστική ανασύνθεση του χώρου. Σε αντίθετη περίπτωση θα εξελιχθεί σε μία κακή ρεπλίκα της προσπάθειας των 58 προ διετίας που δεν κατάφεραν να ξεφύγουν από την επικάλυψη του ΠΑΣΟΚ.
To ΔΙΚΤΥΟ υπερασπίζεται εδώ και πολύ καιρό την παραπάνω άποψη για την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου φορέα και την εξέφρασε και στην πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής Θέσεων και Διαλόγου για τις Προοδευτικές Μεταρρυθμίσεις.
Η διάλυση της ΟΝΝΕΔ και η ρίζα του κάκου
Από την έναρξη κιόλας των διαδικασιών ανάδειξης νέου προέδρου στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, είχαμε επισημάνει ότι όποιος κι εκλεγόταν τελικά θα είχε να αντιμετωπίσει την χρόνια φθορά αλλά και δυσλειτουργίες που συμπυκνώνουν την ιστορική πορεία της ΝΔ ως κυβερνητικού κόμματος και παραταξιακού πόλου καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης. Ένα από αυτά τα ζητήματα που ανέκυψε δριμύτατα, ελάχιστους μήνες από την εκλογή της νέας ηγεσίας είναι η περίπτωση ης ΟΝΝΕΔ. Η οργάνωση της νεολαίας της ΝΔ, παρουσίασε παθογένειες και φαινόμενα διάβρωσης και παρακμής, τα οποία δεν απέχουν πολύ από αντίστοιχες περιπτώσεις κομματικών νεολαιών άλλων ελληνικών κομμάτων. Υπό αυτή την έννοια η συζήτηση, με αφορμή την περίπτωση της ΟΝΝΕΔ και την αντίδραση της ηγεσίας της ΝΔ, μπορεί να επεκταθεί γενικότερα στον τρόπο οργάνωσης, διάρθρωσης και λειτουργίας των κομματικών νεολαιών στην Ελλάδα.
Τα προβλήματα τα οποία παρουσιάζουν δεν μπορούμε να πούμε πως απέχουν πολύ από τις γενικότερες δυσλειτουργίες των αντίστοιχων «…ενήλικων» κομμάτων (ομαδοποιήσεις, παραγοντισμοί, προσωπικοί μηχανισμοί κλπ) , όμως η μέχρι σήμερα εμπειρία, οι σχετικές αποκαλύψεις που κατά καιρούς έρχονται στο φως της δημοσιότητας αλλά και οι περιοδικές συγκρούσεις είτε εντός είτε εκτός των κομματικών τειχών, αναδεικνύουν ως μείζονα «πηγή του κακού» τον τρόπο δραστηριοποίησης των κομματικών νεολαιών στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η ενεργή ανάμειξη για δεκαετίες των παρατάξεων και κατ’ επέκταση των εκπροσώπων κομματικών νεολαιών, στην διοίκηση των Πανεπιστημίων και ΤΕΙ καθώς, και σε μια σειρά από λειτουργίες και οικονομικές και γραφειοκρατικές διεκπεραιώσεις των Ιδρυμάτων, δημιούργησαν και σταδιακά γιγάντωσαν ένα πολυδιάστατο πελατειακό σύστημα, το οποίο ανέπτυσσε δραστηριότητες που δεν είχαν καμία σχέση με την πολιτική και κοινωνική διάσταση των οργανώσεων αυτών, μέσα από τις οποίες μπορούσε να διαχειρίζεται πόρους αλλά και κοινωνική δικτύωση.
Το ίδιο το κόμμα άλλωστε της Νέας Δημοκρατίας, επαίρεται διαχρονικά για τις εκλογικές επιδόσεις της σπουδάζουσας νεολαίας του, χωρίς να υπεισέρχεται στην πολιτική ουσία και ανάδειξη πολιτικών θέσεων και απόψεων, παρά μόνο στις επιδόσεις και την καταγραφή ποσοστών. Το συγκεκριμένο φαινόμενο αντιμετώπιζε με ριζοσπαστικό τρόπο η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του ’11, με την οριστική παύση της «συνδιοίκησης» των Ιδρυμάτων από Ακαδημαϊκούς και κομματικές παρατάξεις, με την αποτελεσματικότητα του όμως πλέον να υπόκεινται στην …τύχη επιβίωσης ή μη της ευρύτερης μεταρρύθμισης.
Η ουσία πάντως από την εκ νέου ανακίνηση του ζητήματος, όπως είχε γίνει και κατά το παρελθόν (2005) με την Νεολαία ΠΑΣΟΚ, είναι πως οι οργανώσεις νέων των κοινοβουλευτικών κομμάτων, θα πρέπει να αποτελούν τα πολιτικά «εργαστήρια» επιμόρφωσης, δικτύωσης και κυρίως δράσης νέων ανθρώπων, αντιπροσωπευτικά από το σύνολο του κοινωνικού φάσματος (εργαζόμενοι, φοιτητές, νέοι της επαρχίας, επιστήμονες, αγρότες, επιχειρηματίες κλπ) οι οποίοι θα δρουν και θα οργανώνονται σε πλαίσια πολιτικών αρχών και αξιών και όχι απλώς ως μονοθεματικά στελέχη (σπουδάζουσα) μιας άτυπης κομματικής επετηρίδας, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση των υπαρχόντων, ξεπερασμένων και ξεθωριασμένων πια κομματικών μηχανισμών.
Σε αυτό το δρόμο, δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως η μέθοδος της διάλυσης μπορεί να αποδώσει τους κατάλληλους …καρπούς, αφού το προηγούμενο ιστορικό παράδειγμα στο οποίο ακολουθήθηκε αυτή η οδός, οδήγησε σε αμφιλεγόμενα αποτελέσματα τα οποία όχι μόνο δεν ενίσχυσαν αλλά απέκοψαν εντελώς το κυρίως κόμμα από το νεανικό κοινό και από την άντληση νέων στελεχών. Η διάλυση είναι σαφές ότι πρέπει να ακολουθείται πολύ γρήγορα από οργανωμένο σχέδιο επανίδρυσης σε νέα βάση που λαμβάνει υπόψη την πραγματικότητα του 2020 και όχι την κουλτούρα των κομματικών νεολαιών της δεκ’ του ’80.
Η Ευρώπη δοκιμάζεται
Μπορεί στην Ελλάδα η δύσκολη κατάσταση που βιώνει η ΕΕ να περιορίζεται στο δημοσιονομικό πρόβλημα και την προσφυγική κρίση, αλλά η Ευρώπη παράγει περισσότερα ρίσκα από αυτά που ενδεχομένως μπορεί να…καταναλώσει.
Το δημοψήφισμα στην Ολλανδία όπου δεν κυρώθηκε η ευρωπαϊκή πρόταση για τη σύνδεση ΕΕ – Ουκρανίας είναι το πιο πρόσφατο δείγμα ευρωπαϊκής δυσλειτουργίας, που κάποιοι ονομάζουν «αποσύνθεση».
Το δημοψήφισμα στην Μ. Βρετανία για την παραμονή της χώρας στην ΕΕ και η ανησυχητική κατάσταση με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις ιταλικές τράπεζες είναι εξίσου σοβαροί κίνδυνοι με απρόβλεπτες ακόμα συνέπειες για την ΕΕ.
Στο ίδιο αυτό ανησυχητικό πλαίσιο, ο Πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μ. Σούλτς, σε πρόσφατη συνέντευξη του στη FAZ, υπογράμμισε ότι η Ευρώπη βρίσκεται εδώ και αρκετό καιρό σε κατηφορικό δρόμο. Η εμπιστοσύνη πολλών ευρωπαίων στους θεσμούς, εθνικούς και ευρωπαϊκούς, έχει υποχωρήσει αισθητά. Ο κ. Σούλτς επισύρει τον κίνδυνο ντόμινο αποχωρήσεων σε περίπτωση που το βρετανικό δημοψήφισμα οδηγήσει τη χώρα εκτός ΕΕ.
Αντίστοιχες δυσοίωνες προβλέψεις κάνει και ο Αμερικανός οικονομολόγος Ν. Ρουμπινί, που βλέπει άνοδο των λαϊκιστικών μορφωμάτων στην Ευρώπη. Ο κ. Ρουμπινί φθάνει στο σημείο να εκτιμήσει ότι τυχόν αποχώρηση της Μ. Βρετανίας από την ΕΕ θα οδηγήσει για διαφορετικούς λόγους σε αποχώρηση της Ελλάδος και κατόπιν της Ισπανίας, της Πορτογαλίας ενώ στο απυρόβλητο δεν θα μείνει ούτε η Ιταλία και η Γαλλία.
Το ΔΙΚΤΥΟ επεξεργάζεται και παρουσιάζει θέσεις και προτάσεις εδώ και καιρό σε φόρα στην Ελλάδα και την ΕΕ, επιμένοντας στη θέση ότι η μόνη οδός για ισχυρά εθνικά κράτη είναι ισχυρή Ένωση.
Γιάννης Μαστρογεωργίου, Διευθυντής Δικτύου
Γιώργος Παπούλιας, Πολιτικός Επιστήμονας – Συνεργάτης Δίκτύου