Δελτίο πολιτικής ανάλυσης και εκτίμησης (αρ. 8)

Δελτίο πολιτικής ανάλυσης και εκτίμησης (αρ. 8)

Προσφυγικό και τρομοκρατία, οι εξελίξεις στη ΝΔ, το ασφαλιστικό, το αίτημα για συναίνεση και τα σενάρια για «οικουμενική», είναι τα γεγονότα που κυριαρχούν στον πολιτικό διάλογο και αναμένεται η εξέλιξη της υπόθεσης που το καθένα κουβαλά, να επανακαθορίσει τις εξελίξεις στο προσεχές διάστημα.

Προσφυγικό και τρομοκρατία

Οι εξελίξεις στην ΕΕ ως προς το θέμα αυτό βρίσκονται σε διαρκή ακόμα διαβούλευση τόσο ως προς την επιχειρησιακή διάσταση της ασφάλειας των πολιτών όσο και ως προς τις πολιτικές συνέπειες και τους χειρισμούς των Κρατών Μελών.

Μία σημαντική παράμετρος είναι η διαμόρφωση του Γαλλογερμανικού άξονα μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι. Ενώ η Α. Μέρκελ δοκίμασε αρχικά μια στάση «ηγετικής αλληλεγγύης» απέναντι στο Προσφυγικό, σύντομα υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση. Η αρχική κίνηση της, άφηνε περιθώριο και δημιουργούσε προοπτική έμπρακτης αλληλεγγύης και σε άλλα ζητήματα. Η κίνηση αυτή της Καγκελαρίου μπορεί, δηλαδή, να αφορούσε αρχικώς το Προσφυγικό, αλλά θα επεκτείνονταν ενδεχομένως, και σε υπόλοιπα μείζονα προβλήματα της ΕΕ, όπως η δημοσιονομική κρίση. Εκεί κάπου ήταν όμως, που η υποχώρηση έγινε ακαριαία. Από τη δική του πλευρά ο Φ. Ολάντ αντέδρασε στα τρομοκρατικά χτυπήματα των τζιχαντιστών αφενός επικοινωνιακά με μια πολεμική ρητορική που εκτός από την αναπτέρωση του ηθικού των Γάλλων είχε και πολιτικά κίνητρα απέναντι στον Σαρκοζί και την πιο σκληρή Λεπέν, κερδίζοντας μερικές μονάδες δημοφιλίας. Ο Γάλλος Πρόεδρος όμως, προχώρησε και σε μία ακόμα πιο σημαντική κίνηση. Επικαλούμενος το κόστος του πολέμου, ανακοίνωσε μονομερώς ότι δεν δεσμεύεται πλέον από το δημοσιονομικό πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας, ζήτησε και έλαβε συμμαχική αλληλεγγύη όχι από το ΝΑΤΟ, αλλά από την ΕΕ, όπου η στρατιωτική πρωτοκαθεδρία της Γαλλίας είναι δεδομένη και με τη μετάβασή του στη Μόσχα και την Ουάσιγκτον, προσπαθεί να διαμορφώσει μια τριμερή συμμαχία Ρωσίας- Γαλλίας – ΗΠΑ κατά των τζιχαντιστών, με το Παρίσι να εκπροσωπεί έμμεσα και τους υπόλοιπους Ευρωπαίους.

Πρόκειται για μια απόπειρα αλλαγής των συσχετισμών στην ΕΕ, με το Παρίσι να διεκδικεί το προβάδισμα έναντι του Βερολίνου. Η Γερμανία δεν μπορεί να αντιδράσει στην απαγκίστρωση της Γαλλίας από το ασφυκτικό πλαίσιο της δημοσιονομικής λιτότητας (η Ιταλία το έχει ήδη δρομολογήσει) και ταυτόχρονα δεν θέλει και δεν μπορεί – τουλάχιστον ακόμα – να εμπλακεί με στη μάχη κατά του ISIS.

Η εξέλιξη αυτή έχει προκαλέσει έντονη αντιπαράθεση στο εσωτερικό της Γερμανίας, όπου από τη μία βρίσκονται οι υπέρμαχοι της στρατιωτικής αποχής από τη σύγκρουση με το ΙSIS, όπως ο Αντιπρόεδρος Γκάμπριελ και από την άλλη οι υποστηρικτές της συμμετοχής, με κύριο επιχείρημα τον κίνδυνο της στρατηγικής απομόνωσης της Γερμανίας.
Από την άλλη οι φρικιαστικές στιγμές που βίωσε η ευρωπαϊκή οικογένεια με το τρομοκρατικό χτύπημα στην χώρα και την πόλη που αποτελεί την ιστορική «καρδιά» της, επιτάχυναν την μεταστροφή της πολιτικής αντιμετώπισης των προσφυγικών ρευμάτων ακόμη και στην «στενή» γειτονιά των Βαλκανίων. Υπό τα νέα δεδομένα «φραγής» σταδιακά όλων των διεξόδων προώθησης και προορισμού των μεταναστευτικών ρευμάτων (ΠΓΔΜ, Ουγγαρία κλπ) η Ελλάδα οφείλει άμεσα να επαναπροσδιορίσει την στάση της απέναντι στο προσφυγικό ζήτημα ενσωματώνοντας στην νέα στρατηγική, το «νέο χάρτη» που επέβαλλαν τα γεγονότα του Παρισιού, με κύριο σημείο το κλείσιμο των συνόρων και την απόφαση για μερική άρση της Συνθήκης Σένγκεν. Η προετοιμασία και η διαχείριση του πρόσφατου ταξιδιού του Πρωθυπουργού στην Άγκυρα πάντως, δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για τον βαθμό αντίληψης του προβλήματος και των ενεργειών που απαιτούνται από την ελληνική κυβέρνηση…

Οι εξελίξεις στη Νέα Δημοκρατία και το «κενό»

Τα κόμματα υφίστανται όσο μπορούν να αποτελούν μέρος της λύσης του προβλήματος και όχι μέρος ή συνέπεια του ίδιου του προβλήματος. Η Ελλάδα εδώ και χρόνια βρίσκεται σε φάση μετάβασης σε ένα νέο πολιτικό σύστημα μέσα από μία σειρά γεγονότων και ιστορικών εξελίξεων που επηρεάζουν και αναδιατάσσουν την εκπροσώπηση των πολιτών και τις κομματικές ταυτίσεις. Ήδη από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2000 έχει αρχίσει η διαδικασία αυτή που εξελίσσεται πιο γοργά από το 2010 και μετά. Η ΝΔ βρίσκεται πλέον και εκείνη αντιμέτωπη με το υπαρξιακό της αδιέξοδο.

Οι διαδικασίες στα κόμματα ορίζονται από το καταστατικό, αλλά και από τη λογική ανάγκη του πολιτικού συστήματος να λειτουργεί με αντίβαρα και με εναλλακτικές. Η ΝΔ παρέμεινε στάσιμη στις εσωκομματικές εξελίξεις όταν έπρεπε να κινηθεί και άρχισε να κινείται εσωκομματικά όταν θα έπρεπε να δρα αντιπολιτευτικά.

Ο κατάλληλος χρόνος στην πολιτική είναι σημαντική παράμετρος. Η ΝΔ, όπως το 2009, έπρεπε να προχωρήσει άμεσα μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου στην εκλογή νέου αρχηγού, με διαδικασίες που θα εγγυόταν ο αποχωρήσας πρώην Πρόεδρος της, από τη στιγμή που δεν ενδιαφέρονταν να είναι εκ νέου υποψήφιος. Αντ΄ αυτού η ΝΔ επένδυσε στην «αριστερή παρένθεση» και στη δικαιολογία ότι προέχει η σταθερότητα της χώρας με τη θεσμική παρουσία της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να μην μπορεί να επηρεαστεί από εσωκομματικές εκλογές. Η μετάθεση στο χρόνο μίας, αναπόφευκτης, αλλαγής ηγεσίας, δημιούργησε περισσότερα προβλήματα και καλλιέργησε το φατριασμό, συνεπεία του οποίου ήταν και το φιάσκο της διαδικασίας εκλογής νέου αρχηγού.

Στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμιστεί ότι η τεχνική αποτυχία στη διαδικασία εκλογής πρέπει να αποτελέσει αφορμή για την έναρξη μίας στοιχειοθετημένης συζήτησης για τον τρόπο ανάδειξης αρχηγού στα κόμματα. Το σώμα των εκλεκτόρων, η δυνατότητα της ηλεκτρονικής ψήφου κλπ είναι θέματα που το πολιτικό σύστημα πρέπει να επαναφέρει στο διάλογο.

Ακόμη κι αν καταφέρει το κόμμα να οργανώσει νέα ψηφοφορία το φιάσκο που συνέβη δεν μπορεί να ξεπεραστεί. Το ρήγμα στο κόμμα είναι βαθύ. Είναι δύσκολο ακόμα και με ενεργοποίηση του Κ. Καραμανλή, άμεση ή έμμεση, η ΝΔ να παραμείνει ενωμένη. Οι ιδεολογικές, πολιτικές και υφολογικές διαφορές διαπερνούν εγκάρσια πλέον το κόμμα και η διάσπαση του ακόμα και αν καθυστερήσει δύσκολα θα αποφευχθεί. Η δεξιά τάση και η φιλελεύθερη, είναι δύσκολο να συνυπάρξουν μεσούσης μίας ανερμάτιστης αντιπολιτευτικής στάσης του κόμματος.

Είναι προφανές ότι οι εξελίξεις στο κόμμα της ΝΔ θα επηρεάζουν το ρευστό πολιτικό σκηνικό στον εν γένει χώρο της αντιπολίτευσης, καθώς προκαλούν πρωτόγνωρα πολιτειακά φαινόμενα που δεν έχει η χώρα βιώσει ξανά από την μεταπολίτευση. Η αξιωματική αντιπολίτευση της Ελλάδας αυτή τη στιγμή δεν έχει αρχηγό που να την εκπροσωπεί στις κοινοβουλευτικές και πολιτειακές της υποχρεώσεις, το κόμμα δεν έχει καταστατικά πιστοποιημένο πρόεδρο ούτε καν ημερομηνία εκλογής του, ενώ είναι πολύ πιθανόν η «μεταβατική» προσωπικότητα που θα αναλάβει -για αδιευκρίνιστο χρονικό διάστημα- να είναι εξωκοινοβουλευτικό στέλεχος. Δεδομένης και της απώλειας των κοινοβουλευτικών της εκπροσώπων, το κοινοβούλιο πορεύεται με ένα πρωτοφανές αντιπολιτευτικό κενό, το οποίο βέβαια διαπερνά και το κοινωνικό-πολιτικό πεδίο με τις φιλοευρωπαϊκές μετριοπαθείς δυνάμεις (την συντριπτική πλειοψηφία του «ΝΑΙ» του Ιουλίου) καθώς κι ένα μεγάλο κομμάτι παραδοσιακών συντηρητικών ψηφοφόρων να μένουν χωρίς σοβαρή και θεσμικά οργανωμένη εκπροσώπηση. Σε αυτό το πλαίσιο, τυχόν διάσπαση του ιστορικού κόμματος. θα προκαλέσει θεμελιώδη ανακατανομή δυνάμεων και νέες αναζητήσεις που θα επανακαθορίζουν συνολικά το πολιτικό τοπίο. Ειδικώς, αν λάβουμε υπόψη και το απόλυτα ρευστό και πολυκερματισμένο τοπίο στον χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού κι ευρύτερα του «προοδευτικού κέντρου» που συνεχίζει να βρίσκεται σε αέναη υπαρξιακή αναζήτηση, παρόλο που οι κομματικοί του εκπρόσωποι κατάφεραν για πρώτη φορά να συνυπάρξουν σε ένα κοινό τραπέζι διαλόγου.

Οικουμενική – συναίνεση

Οι πολιτικές εξελίξεις είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Υπό άλλο πρίσμα και με άλλη προοπτική αναλύονται οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού στη συνάντηση με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και με άλλη διάσταση τις προσεγγίζει κανείς μετά το φιάσκο της εκλογής αρχηγού στη ΝΔ.

Στην ελληνική πολιτική σκηνή η επίκληση της συναίνεσης, δυστυχώς, συνεπάγεται αυτομάτως και την αίσθηση αδυναμίας που συνοδεύει εκείνον που την επικαλείται. Το πόσο ισχυρός, όμως, είναι κάποιος στη πολιτική εξαρτάται πολλές φορές από τους πολιτικούς που έχει απέναντί . Η κατάσταση στη ΝΔ απαντά σ’ αυτό το ερώτημα.

Σε κάθε περίπτωση, η θέση του κ. Τσίπρα ενισχύεται στην ελληνική πολιτική σκηνή αφού ουσιαστικά παίζει χωρίς αντίπαλο σε μια δύσκολη συγκυρία.

Παρότι η δύναμη του κυβερνητικού συνασπισμού μειώθηκε στους 153 βουλευτές από 155 μετά την πρόσφατη ψηφοφορία για τα προαπαιτούμενα της 1ης λίστας και θα δοκιμασθεί ξανά το πρώτο τρίμηνο του 2016 με τα μέτρα για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, η απουσία μιας ισχυρής αξιωματικής αντιπολίτευσης διευκολύνει το έργο του.

Εκτός των άλλων καθιστά πιο δύσκολες τις διαρροές βουλευτών που βρίσκονται πλησίον της ΝΔ, όπως οι ΑΝΕΛ, καθώς δύσκολα αφήνει κάποιος ένα κόμμα κυβερνητικό εταίρο για ένα κόμμα που δεν προσφέρει καμία σιγουριά και προοπτική.

Ακόμη κι αν η ΝΔ επαναλάμβανε την ψηφοφορία για εκλογή προέδρου και έβγαινε ένας νέος αρχηγός θα χρειαζόταν χρόνο για να συσπειρωθεί και να προχωρήσει σε αλλαγές σε λίγους μήνες. Από την άλλη πλευρά, ο κ. Τσίπρας θέλει να ολοκληρώνει το πακέτο με τα εμπροθοβαρή μέτρα του 3ου Μνημονίου, ώστε να έχει αρκετό χρόνο στη διάθεσή του για να επωφεληθεί πολιτικά από την ανάκαμψη και ανάπτυξη της οικονομίας. Σε κάθε περίπτωση, ο πρωθυπουργός είναι από τους μεγάλους κερδισμένους από την ματαίωση της ψηφοφορίας για την εκλογή προέδρου της ΝΔ.

Η πραγματικότητα βέβαια είναι ότι το μείζον θέμα του ασφαλιστικού ακόμα και μετατοπισμένο χρονικά, για να μην ασκήσει περαιτέρω πιέσεις στην πρόσφατα κλονισμένη συμπολίτευση, θα απαιτήσει όποτε και αν αποφασισθεί η συζήτηση του, ισχυρές πλειοψηφίες και ευρείες συναινέσεις που ξεπερνούν την κυβερνητική πλειοψηφία.

Η επίκληση της συναίνεσης από τον Πρωθυπουργό πρέπει να συνοδευτεί από ένα πλαίσιο διαλόγου από τον ίδιο, από το περιεχόμενο του διαλόγου, από τις θέσεις της Κυβέρνησης στο εκάστοτε θέμα – ώστε να μην παρουσιάζεται η «απολίτικη» απόσειση της ευθύνης εκ μέρους της Κυβέρνησης με το γνωστό «προτείνετε μας εσείς» προς την αντιπολίτευση ως δήθεν βούληση συναίνεσης – και κυρίως από τη διάθεση συμβιβασμού.

Οικουμενική στα χαρτιά και συγκόλληση θέσεων στα χαρτιά δεν έχει κανένα νόημα. Η χώρα έχει ανάγκη από ουσιαστική προγραμματική σύγκλιση και συνειδητή κοινωνική συναίνεση. Έχει ανάγκη όχι για τεχνητές θετικές ψήφους στις ψηφοφορίες της Βουλής, αλλά για αυτονόητη συνεννόηση στις εθνικές προτεραιότητες. Κάτι το οποίο απαιτεί αμοιβαία και ειλικρινή υποχωρητικότητα από τους παραδοσιακούς «εγωισμούς» και τις πιθανές παραταξιακές αγκυλώσεις, αλλιώς οι πολίτες θα προσλάβουν τις συζητήσεις περί οικουμενικής ως μια προσπάθεια των κομμάτων να μοιράσουν την εξουσία αδιαφορώντας για την εθνική αναγκαιότητα με το κόστος να μετακυλύεται για μια ακόμη φορά στους συνήθεις υπόπτους…

Γιάννης Μαστρογεωργίου, Διευθυντής Δικτύου
Γιώργος Παπούλιας,Πολιτικός Επιστήμονας,συνεργάτης Δικτύου

Μεινετε Ενημερωμενοι

Εγγραφείτε στο Newsletter μας και μείνετε ενημερωμένοι για τις τελευταίες εξελίξεις του Δικτύου.

Social Media

Ακολουθήστε μας στα κοινωνικά μας κανάλια και ενημερωθείτε για τα τελευταία νέα του Δικτύου.

ΔΙΚΤΥΟ για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη

Διεύθυνση: Αθανάσιου Διάκου 20, 11743, Αθήνα, Αττική
Τηλ: (+30) 2109247814
Email: info@todiktio.eu